Οι μαργαρίνες ανέπτυξαν κακή φήμη λόγω της παρουσίας των trans λιπαρών οξέων. Αυτά τα κακά λιπαρά, σχηματίζονται κατά τη διαδικασία υδρογόνωσης που χρησιμοποιείται στη βιομηχανία τροφίμων για να σκληρύνουν τα έλαια. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει υπάρξει μια μεγάλη διαμάχη σχετικά με την κατανάλωση ή όχι μαργαρινών, λόγω των επιπέδων των trans λιπαρών οξέων που βρέθηκαν να περιέχουν.
Ενώ στην δεκαετία του ογδόντα η επιλογή των μαργαρινών θεωρήθηκε υγιής (τις χρησιμοποιούσαν αντί για βούτυρο), κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ενενήντα πολλές μελέτες έδειξαν ότι η κατανάλωσή τους οδηγούσε σε αυξημένα επίπεδα της LDL- (κακής) χοληστερόλης και μειωμένα επίπεδα της HDL- (καλής) χοληστερόλης και σχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η δημοσιότητα σχετικά με τις δυσμενείς και επιβλαβείς επιπτώσεις της κατανάλωσης των μαργαρινών φάνηκε να επηρεάζει τις βιομηχανίες λιπών, οι οποίες προσπάθησαν να μηδενίσουν ή να χαμηλώσουν την περιεκτικότητά τους σε trans. Για παράδειγμα, στην Ευρώπη, τα επίπεδα των trans λιπαρών οξέωνσε προϊόντα μαργαρίνης έχουν μειωθεί αρκετά σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Πιο αναλυτικά, στοιχεία από την μελέτη TransFair έδειξαν ότι τα επίπεδα των trans λιπαρών σε μαλακή μαργαρίνη το 1995-6 κυμαίνονταν μεταξύ 1 και 17% σε δημοσκόπηση δεκατεσσάρων Ευρωπαϊκών χωρών. Σε μία προσπάθεια μείωσης αυτών των επιπέδων, τα προϊόντα άρχισαν να φτιάχνονται από τροπικά έλαια. Ωστόσο, η συνεχής παρακολούθηση των δεδομένων σε μετέπειτα έρευνες έδειξαν ότι ναι μεν τα επίπεδα των τρανς μειώθηκαν <2%, αλλά σε πολλές περιπτώσεις η μείωση αυτή επιτεύχθηκε με αύξηση των κορεσμένων λιπαρών οξέων. Και αυτό φάνηκε να προκλήθηκε από την αυξημένη χρήση τροπικών ελαίων όπως ήταν το φοινικέλαιο. Εν συνεχεία, αναπτύχθηκαν εναλλακτικές λύσεις χρησιμοποιώντας κυρίως μη τροπικά έλαια όπως σογιέλαιο, κραμβέλαιο και ηλιέλαιο, ελαχιστοποιώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον συνδυασμό ποσότητας τρανς και κορεσμένων λιπαρών οξέων στο προϊόν.
Πλέον, από πρόσφατες έρευνες έχει διαπιστωθεί ότι η βιομηχανία μαργαρινών μείωσε δραματικά τα τρανς λιπαρά, χωρίς όμως ν’ αυξήσει το κορεσμένο λίπος. Επιπλέον, έχουν αναπτυχθεί νέα μίγματα λίπους και νέες μεθόδους για να παραχθούν προϊόντα επάλειψης, που έχουν χαμηλότερη περιεκτικότητα σε τρανς λιπαρά και αυξημένο περιεχόμενο σε ακόρεστα λιπαρά.
Σήμερα, η βιομηχανία τροφίμων έχει σημειώσει πρόοδο και οι μαργαρίνες της αγοράς στην πλειοψηφία τους είναι πιο προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις του καταναλωτικού κοινού, ικανοποιώντας το νέο τρόπο ζωής με προϊόντα σχεδόν απαλλαγμένα από trans λιπαρά οξέα (<1g /100g) ή trans-free.
Αναδημοσίευση από άρθρο μου στο mednutrition.gr